Luke 1:46:
Θεοτόκος έσεσθαι
πανταχόθεν ή παρθένος εύαγγελισθείσα ούκέτι μεν αμφιβάλλει, άλλά τών λεχθέντων
παρά τε τού αγγέλου και της Έλισάβετ αναμένει την Έκβασιν. καί σιωπάν ούκ
ανέχεται, άλλ' ήδη τό γεύμα καί την άπαρχήν του επελθόντος αύτη αγίου πνεύματος
δίδωσι δι' ών φθέγγεται, του αγίου πνεύματος καθ' ένα καιρόν έν τ αύτω τόπω έν
δύο γυναιξίν ενεργούντος έν στείρα τε καί παρθένω, της μέν στείρας προλαβούσης
-- έπεϊ καί πρόδρομον συνειλήφει - καί μακαριζούσης τήν θεοτόκον της δε
παρθένου έπακολουθούσης, έπειδή τόν κηρυττόμενον συνελάμβανεν. ακούσωμεν ούν,
τί φησιν ή καινή τά πάντα παρθένος και τίς ή θαυμαστή αύτης προαγόρευσες·
καθάπερ γάρ ύπέρ φύσιν μήτηρ καί παρθένος, ούτω καί προφήτες καί θεολογούσα
δείκνυται, μεγαλύνει γάρ, φησίν, ή φυχή μου τόν κύριον. (Joseph
Sickenberger, Titus Von Bostra: Studient Zu Dessen Lukashomilien [Leipzig:
J. C. Hinrichs'sche Buchhandlung, 1901], 145)
The Virgin, having been announced as the Mother of God
(Theotokos), no longer doubts but awaits the fulfillment of the words spoken
both by the angel and by Elizabeth. She cannot remain silent, but already
offers the first-fruits and the beginning of the Holy Spirit who has come upon
her, as expressed through her words. The Holy Spirit works simultaneously in
two women in the same place, one barren and the other a virgin: the barren one
preceded, for she had already conceived the forerunner (John the Baptist), and
she blesses the Theotokos; the virgin follows, for she has conceived the One
who was proclaimed. Let us listen, then, to what the new and marvelous Virgin
says and what her wondrous proclamation is. Just as she is beyond nature both
mother and virgin, so too she is shown to be both a prophet and a theologian.
She says, “My soul magnifies the Lord.”
Luke 2:22ff:
Καί γε καλώς είπεν ό
εναγγελιστής· ύτε επλήσθησαν αί ήμέραι τού καθαρισμού κατά τόν νόμον. κατά γάρ
την άλήθειαν ούκ είχεν ανάγκην ή παναγία παρθένος περιμένειν ήμέρας καθαρισμού,
ότι έκ πνεύματος αγίου συλλαβούσα εξέφυγε το είναι ακάθαρτος κατά τόν νόμον καί
τήν κεκρυμμένην αύτου σημασίαν. επί μεν γάρ τών άλλων κάθαρσις Ιγίνετο τη
τεσσαρακοστή ήμέρα κατά τον νόμον, ότι καί έν τεσσαράκοντα ήμέραις ή
διαμόρφωσις τού άύρενος, σημείον τού την πλάσιν αύτην δείσθαι καθαρμού τού παρά
θεού. Επί δε Χριστού ή πλάσις αγία ούκ έξ ανθρωπίνων σπερμάτων, άλλ' έκ θείας
δυνά- μεως, άγιον δε καί το γεννώμενον, άλλ' ούχ άγι- αζόμενον, καθαίρον, ού
καθαιρόμενον, καί σπιρ έβαπτίσθ η μή δεόμενος της δι' ύδατος καθάρσεως, άλλ'
ένα αγιάση τά ύδατα καί πληρώση πάσαν δικαιοσύνην υπακούων προφήτη, ούτω και
ύπέρκαθαρισμού αύτου τού μή δεομένου καθάρσεως προσφέρονται τρυγόνες καί
περιστεραί, σημείον άφελούς καί σώφρονος τρόπου, ταύτα ούν έπι μέν ανθρώπων
σκιαί καί τύποι, έπι δε Χριστού αλήθεια· αύτος γάρ ή της άληθινής σωφροσύνης δύναμις
καί της άληθινής αφελείας υπόστασες. (Joseph Sickenberger, Titus
Von Bostra: Studient Zu Dessen Lukashomilien [Leipzig:
J. C. Hinrichs'sche Buchhandlung, 1901], 151)
"And indeed, the Evangelist rightly said, 'When the
days of purification according to the Law were fulfilled.' For in truth, the
all-holy Virgin had no need to wait for the days of purification, because
having conceived by the Holy Spirit, she was exempt from being considered
unclean according to the Law and its hidden significance. For in the case of
others, purification was performed on the fortieth day according to the Law,
because the formation of a male child occurs in forty days, signifying that
this formation requires cleansing from God.
But in the case of Christ, His formation was holy—not
from human seed, but from divine power. The one born was holy, not being
sanctified but sanctifying; cleansing, not being cleansed. And though He was
baptized, He had no need of cleansing through water but did so to sanctify the
waters and fulfill all righteousness in obedience to the prophet.
Similarly, for His surpassingly pure birth—though He
needed no purification—turtledoves and pigeons were offered, symbolizing
simplicity and purity of manner. Therefore, these things were shadows and types
for humans, but for Christ, they were truth. For He is the power of true
chastity and the essence of true simplicity."
Luke 2:49:
Ούκ οίδας, ώ μήτερ, το
γεγονός; ού παρθένος ούσα συνέλαβες; τί μου πατέρα τόν Ίωσήφ ονομάζεις; καί
είσάγει πατέρα άντί πατρός, άντί του θρεφαμένου σωματικώς τόν αληθινόν, καί ούκ
είπεν· ούκ οϊδατε· ού γάρ οίδασιν άπαντες, άλλά μόνη διαλέγεται τη μητρί τη
ειδυία το μυστήριον της παρθενίας. (Joseph Sickenberger, Titus
Von Bostra: Studient Zu Dessen Lukashomilien [Leipzig:
J. C. Hinrichs'sche Buchhandlung, 1901], 152)
"Do you not know, O Mother, what has happened? Were
you not a virgin when you conceived? Why do you call Joseph my father? And
[why] do you introduce a father in place of the Father? Instead of the one who
physically nourished [me], [you name] the true [Father]. And he did not say,
'Do you not know?'—for not all [people] know, but he speaks solely to his
mother, who knows the mystery of the virginity."
Luke 11:28:
Πρός τόν καιρόν μέντοι
είρηται το μακάριος οί ακούοντες τόν λόγον τού θεού. έπειδή γάρ οί τών λόγων
ανήκοοι κατέκρινον τούς ύπηκόους, έξ εναντίου μακα- ρίζει, διά τί τούτο; έπειδή
έξεβλήθη δαιμόνιον κωφότητα έμποιούν. ϊνα ό κοωφός ακούση καί μάθη καί πιστεύση
καί πιστεύσας έργάσηται και εργασάμενος σωθή καί δοξασθ ή μετά τών ηγιασμένων.
- ύμεις δε άκοή ακούσετε καί ού μή συνήτε. ταύτα μέν πρός τόν έτερον τών λόγων
τών εν Ίουδαία δηθέντων ό κύριος είρηκεν, ήγουν πρύς τό έν Βεελζεβούλ έκβάλλειν
αύτον τά δαιμόνια. Έτι δε πρός τόν Στερον απόκρισες λείπεται, ότι σημείον
εζήτουν εξ ούρανου παρ' αύτού. ήνπερ αποδίδωσι μικρόν ύστερον μεταξύ γυναικός
αναφωνησάσης ότι μακαρία ή κοιλία ή βαστάσασά σε, είπών· μενούν γε μακάριοι οί
τόν θεον νόμον φυλάσσοντες. (Joseph
Sickenberger, Titus Von Bostra: Studient Zu Dessen Lukashomilien
[Leipzig: J. C. Hinrichs'sche Buchhandlung, 1901], 205)
The saying "Blessed are those who hear the word of
God" is spoken concerning the occasion. For since those who disregard the
words (of God) condemned those who obeyed, He blesses the latter. Why is this?
Because a demon causing muteness had been cast out, so that the mute one might
hear, learn, believe, act upon his belief, and through his works be saved and
glorified together with the sanctified. "But you will indeed hear and not
understand." These words the Lord addressed concerning the other
statements made in Judea, namely about Him casting out demons by Beelzebul.
Moreover, another response remains, regarding the demand for a sign from heaven
that they made to Him, which He addresses a little later when a woman exclaims,
"Blessed is the womb that bore You!" He replies, "Rather,
blessed are those who keep the law of God."
To Support this Blog:
Email for Amazon Gift
card: ScripturalMormonism@gmail.com
Email for Logos.com Gift
Card: IrishLDS87@gmail.com